Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

Τα 13 πράγματα που δεν κάνουν οι ψυχικά δυνατοί άνθρωποι



Οι διανοητικά και ψυχικά δυνατοί άνθρωποι καταφέρνουν να ελέγχουν τα συναισθήματά τους, τις σκέψεις τους και τη συμπεριφορά τους με τέτοιο τρόπο, έτσι ώστε να αποβαίνει θετικός για επίτευξη ενός στόχου στη ζωή τους.

Οι διανοητικά ισχυροί άνθρωποι…:


1. Δεν χάνουν χρόνο με το να λυπούνται τον εαυτό τους για αυτά που τους συνέβησαν, για το «πώς ήρθαν τα πράγματα», ή για το πώς τους συμπεριφέρθηκαν άλλοι. Αντίθετα, αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεών τους και του ρόλου τους στη ζωή και αντιλαμβάνονται ότι η ζωή δεν είναι πάντοτε δίκαιη.

2. Δεν γίνονται υποχείρια άλλων. Δεν επιτρέπουν σε άλλους να πάρουν τον έλεγχο από τα χέρια τους και δεν επιτρέπουν σε κάποιον άλλο να έχει εξουσία επάνω τους. Δε θα έλεγαν για παράδειγμα την εξής φράση: «Το αφεντικό μου με κάνει να νιώθω άσχημα», κι αυτό γιατί καταλαβαίνουν ότι οι ίδιοι ελέγχουν τα συναισθήματά τους και τον τρόπο που αντιδρούν στις καταστάσεις.

3. Δεν προσπαθούν να αποφύγουν μια αλλαγή. Αντίθετα, καλωσορίζουν κάθε θετική αλλαγή και είναι πρόθυμοι και ευέλικτοι. Καταλαβαίνουν ότι η αλλαγή είναι αναπόφευκτη και πιστεύουν στις ικανότητές τους να προσαρμόζονται στις καταστάσεις.

4. Δε σπαταλούν ενέργεια σε πράγματα που δε μπορούν να ελέγξουν. Για παράδειγμα δε θα ακούσετε κάποιον «διανοητικά ισχυρό» να παραπονιέται για μια βαλίτσα που χάθηκε στο αεροδρόμιο ή για την κίνηση στους δρόμους. Αντίθετα, επικεντρώνονται σε αυτά που μπορούν να ελέγξουν στη ζωή τους. Αναγνωρίζουν ότι μερικές φορές το μόνο πράγμα που μπορούν να ελέγξουν είναι η συμπεριφορά και η στάση τους.

5. Δεν προσπαθούν να ευχαριστήσουν τους πάντες. Αναγνωρίζουν ότι δεν χρειάζεται να ευχαριστούν τους πάντες όλη την ώρα. Δεν φοβούνται να πουν όχι ή να εκφράσουν τη γνώμη τους όταν χρειάζεται. Προσπαθούν να είναι ευγενικοί και δίκαιοι, όμως δεν ασχολούνται με κάποιον ο οποίος ενοχλείται επειδή απλά δεν… «έγινε το δικό του».

6. Δε φοβούνται το ρίσκο. Δεν παίρνουν απερίσκεπτες ή ανόητες αποφάσεις, αλλά δε φοβούνται να πάρουν ρίσκο όταν έχουν υπολογίσει όλους τους πιθανούς κινδύνους. Ζυγίζουν τις καταστάσεις προτού πάρουν μια μεγάλη απόφαση και είναι πλήρως ενημερωμένοι για την πιθανότητα… «αναποδογυρίσματος».

7. Δε δίνουν δεκάρα για το παρελθόν. Δεν χάνουν χρόνο με το να σκέφτονται ή ευχόμενοι για το πώς θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά τα πράγματα. Αναγνωρίζουν το παρελθόν και προσπαθούν να μάθουν από τις εμπειρίες τους. Ζουν για το παρόν και σχεδιάζουν το μέλλον.

8. Δεν επαναλαμβάνουν τα ίδια λάθη ξανά και ξανά. Αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεων και των συμπεριφορών τους και μαθαίνουν από τα λάθη τους. Δεν τα επαναλαμβάνουν ξανά και ξανά, αλλά προχωρούν μπροστά και φροντίζουν να λαμβάνουν πιο σωστές αποφάσεις στο μέλλον.

9. Δεν υποβαθμίζουν την επιτυχία των άλλων. Αναγνωρίζουν και χαίρονται με την επιτυχία των τρίτων. Δε ζηλεύουν ή νιώθουν εξαπατημένοι, όταν κάποιος άλλος τους ξεπερνά. Αντίθετα, αναγνωρίζουν ότι η επιτυχία είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και είναι πρόθυμοι να δουλέψουν σκληρά για να απολαύσουν και το δικό τους μερίδιο σε αυτήν.

10. Δεν τα παρατάνε μετά από μια αποτυχία. Δε βλέπουν την αποτυχία ως ένα λόγο για να τα παρατήσουν. Αντίθετα, τη βλέπουν ως μια ευκαιρία για να ωριμάσουν και να βελτιωθούν. Είναι πρόθυμοι να συνεχίσουν να προσπαθούν μέχρι να το καταφέρουν.

11. Δε φοβούνται τις στιγμές που είναι μόνοι. Μπορούν να αντέξουν να είναι μόνοι και δε φοβούνται τον «ήχο» της ησυχίας. Δε φοβούνται να μείνουν μόνοι με τις σκέψεις τους και χρησιμοποιούν το χρόνο αυτό για να γίνουν ακόμη πιο παραγωγικοί. Απολαμβάνουν την παρέα του… εαυτού τους και δεν εξαρτώνται από άλλους για συντροφιά και διασκέδαση όλη την ώρα, αλλά τους αρέσει και όταν είναι μόνοι τους.

12. Δε νιώθουν ότι ο κόσμος τους χρωστά κάτι. Δεν αισθάνονται ότι δικαιούνται πράγματα στη ζωή «έτσι απλά». Αναζητούν τις ευκαιρίες που υπάρχουν, βασιζόμενοι στα χαρίσματα και τις ικανότητές τους.

13. Δεν περιμένουν άμεσα αποτελέσματα. Αφιερώνουν όσο χρόνο χρειάζεται και αναγνωρίζουν ότι η πραγματική αλλαγή χρειάζεται χρόνο για να… πετύχει.

                              Πηγή εδώ.                               

Περί σύγχρονης «δημοκρατίας»

«Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι ένας φυλακισμένος που νομίζει ότι είναι ελεύθερος επειδή αποφεύγει να αγγίξει τους τοίχους του κελιού του», γράφει ο συγγραφέας Nicolás Gómez Dávila. Κι εμείς, ζούμε σε ένα δημοκρατικό καθεστώς ή μήπως κρυβόμαστε κάτω από μία ομπρέλα δημοκρατικοφανών διαδικασιών;
«Ο λαός είναι σοφός και ξέρει να αποφασίζει», «πολιτική ωριμότητα και συνείδηση», «συμμετοχή στη γιορτή της Δημοκρατίας» , … Ποια γιορτή; Περισσότερο επέτειο υπενθύμισης του πολιτεύματός μας αποτελεί η εκλογική διαδικασία. Πώς να υπάρξει πολιτική ωριμότητα όταν μόνο μία ημέρα ανά κάποια χρόνια είμαστε πολίτες και όλες τις υπόλοιπες παραμένουμε ιδιώτες. (Θλιβερό μεν, αξίζει δε, να θυμίσουμε τη σημασία της λέξης idiot που προέρχεται από την ελληνική «ίδιος» -στην αρχαία, συνώνυμη του ιδιώτη.)
Η μετατροπή των εγωκεντρικών, αμόρφωτων και απαίδευτων ιδιωτών που ασχολούνταν μόνο με τα «του οίκου» τους, σε πολίτες που ενδιαφέρονται και έχουν ενεργό συμμετοχή σε θέματα πολιτικής ζωής, ήταν η πιο σπουδαία αποστολή της αθηναϊκής πολιτείας του 5ου αιώνα.

Σήμερα, οι ενέργειες στοχεύουν στο ακριβώς αντίθετο. Ο Έλληνας πολίτης είναι απών 365 ημέρες το χρόνο, αναγκασμένος να υποτάσσεται και να είναι έρμαιο των πολιτικών αποφάσεων. Αξίζει λοιπόν μία τόσο έμμεση Δημοκρατία να θεωρείται γνήσια ή πρόκειται για μία κάλπικη έκφανσή της; Υπάρχει αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στον ιδιωτικό και τον δημόσιο βίο, παρά το γεγονός ότι κατασκευάζονται καθημερινά πλαστές γέφυρες ένωσής τους. Σε τι χρησιμεύει, για παράδειγμα, η διαρκής ενημέρωση γύρω από τα πολιτικά δρώμενα, τη δημοσιονομική πολιτική, τις πολιτικές αποφάσεις, την εσωτερική πολιτική διακυβέρνηση, όταν ποτέ οι Έλληνες δεν έχουν την δυνατότητα να αντιταχθούν, να απορρίψουν ορισμένες κοινοβουλευτικές δράσεις και να διορθώσουν τα κακώς κείμενα. Μάλλον η έννοια της Δημοκρατίας χάνεται στις σελίδες κάποιο λεξικού, κι εμείς στην αυγή του 21ου αιώνα είμαστε ακόμη όργανα των πολυμήχανων πολιτικών δυνάμεων.
Οι προσπάθειες είναι συνεχείς και αδιάκοπες. Για να αποδεχθούμε, να συμμορφωθούμε και εν τέλει να βαυκαλίζουμε τον εαυτό μας με μια φαινομενικά ευνοϊκή σταθερότητα. Και για να γίνω πιο ακριβής : καθοριστικό ρόλο σε μια εξαπάτηση δεν παίζει η μαεστρία του απατεώνα, αλλά η διάθεση του θύματος να εξαπατηθεί. Αφηνόμαστε στη φοβία να αντιδράσουμε. Για έναν ανεξήγητο λόγο ο ελληνικός λαός δεν αισθάνεται ικανός για επαναστατική κοινωνική αλλαγή. Κι όταν αντιδράσουμε θα είναι πλέον πολύ αργά. Τελικά, δεν μεγαλώνουμε και πολύ. Στο Δημοτικό η μία τάξη αντιπαθούσε την άλλη. Έτσι δεν γίνεται και τώρα; Φοβόμασταν την τιμωρία και η αίσθηση του «ανήκειν» σε μία ομάδα μας έκανε πάντα να αισθανόμαστε πιο άνετα. Με τις ίδιες φοβίες δεν έρχονται αντιμέτωποι και οι ενήλικες;
Βέβαια, από κοινωνία σε κοινωνία ίσως να μην υπάρχουν και μεγάλες διαφορές: κοινωνίες φανταστικές , με υπόσταση, εξαθλιωμένες, φαινομενικά ευτυχισμένες, καπιταλιστικές, ελεγχόμενες, σύγχρονες , παντού επικρατούν προσωρινότητα και αρχαιότητα ενωμένες. Προ καιρού, διαπίστωσα πως η μικρή αγροτική κοινωνία της φαντασίας του Φ. Κάφκα στο βιβλίο του «Ο Πύργος» αποτελεί μια μακέτα της σημερινής μας κοινωνίας-ελληνικής και μη. Η κυβέρνηση ,εκεί, είναι απόρθητη και τα πρόσωπά της παρομοιάζονται συχνά με αετούς που στην τύχη είδες – ή νόμισες πως είδες. Όσο απρόσιτες κι αν είναι οι σκέψεις, οι κινήσεις και οι στρατηγικές τους παραμένουν πρόσωπα που εμπνέουν σεβασμό ακόμη κι αν οι πράξεις τους είναι γελοίες παρά αξιοθαύμαστες. Ο λαός χάνεται στους λαβυρίνθους της μεγάλης εξουσίας και ποτέ δεν φτάνει στο σκοπό του. Έντεχνα η μια υπηρεσία παραπέμπει στην άλλη σχηματίζοντας ένα φαύλο κύκλο και στερούν το δικαίωμα έστω και της πιο μικρής καθημερινής νίκης· με ποιο κουράγιο να διεκδικήσουν τη νίκη σε σκληρότερους αγώνες;
Μια γραφειοκρατική μηχανορραφία που δεν τελειώνει ποτέ. Οι κάτοικοι του Πύργου γεννήθηκαν με την φοβία ήδη εμποτισμένη στην ψυχή τους και ποτέ δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν την αμφιβολία, την αγωνία και την απελπισία. Ο φόβος μεγάλωνε και μοναδική λύση βρισκόταν στην μηδαμινότητα και την ακινησία της ζωής. Όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα και θα συμβαίνει πάντοτε. Έτσι κι εμείς: μορφωμένοι αλλά μονολιθικοί. Κάποιος από εμάς μπορεί να συλλάβει μια σειρά από συλλογισμούς με αφορμή μία μόνο φράση. Αν του μιλήσεις όμως για κάτι που δεν υπάγεται στην αρμοδιότητά του, δεν θα καταλάβει ούτε λέξη και θα κουνήσει το κεφάλι συγκαταβατικά.
Έτσι μας έμαθαν να φοβόμαστε να ερευνήσουμε· υπερβολική ανησυχία για τις στενοχώριες της ζωής και κανένα ενδιαφέρον για τα σχέδια του μέλλοντος. Άνθρωποι μικροπρεπείς και φοβισμένοι κρίνουν τους άλλους που δεν έκαναν τα πάντα σωστά και δημιουργούν ετυμηγορίες. Τιμωρίες που μόνοι τους αποφασίζουν σα να έχουν τον έλεγχο της δικαστικής εξουσίας. Έτσι λειτουργεί ο κόσμος. Κι αν δει πως είσαι ανίκανος και αδύναμος να ξεπεράσεις ένα σκάνδαλο οργίζεται γιατί βλέπει σαν σε καθρέπτη τις δικές του αδυναμίες. Αν δει πως κατορθώνεις να βγεις νικητής σε εκτιμά και πάλι. Ας πούμε, λόγου χάρη, πως κάποιος έχει δεμένα τα μάτια του, δεν ωφελεί να τον ενθαρρύνεις για να δει, γιατί δε θα δει ποτέ, αν πρώτα δε βγάλει τον επίδεσμο. Ανάγκη από βοήθεια έχει ο κόσμος μας και όχι από θάρρος!


Άρθρο μου στο: frapress.gr

Τα έργα είναι βουβά · τα περιτριγυρίζουν όμως πολλά λόγια

Υπάρχουν μερικά βιβλία -όχι πολλά- που αδιάκοπα ασκούν γοητεία σε κάθε γενιά. Αναμφισβήτητα, η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων (καθώς και η συνέχειά της Μέσα απ’ τον καθρέφτη και τι βρήκε η Αλίκη εκεί) αποτελεί μέχρι σήμερα αστείρευτη πηγή έμπνευσης και επίδρασης για μικρούς και μεγάλους. Δεν πρόκειται απλώς για ένα κλασσικό και αγαπημένο παραμύθι. Είναι, κατά τα λεγόμενα της Βιρτζίνια Γουλφ, ΤΟ βιβλίο παιδικής λογοτεχνίας. Ενάμιση αιώνα μετά την έκδοσή του το παραμύθι της Αλίκης παραμένει μαγικό -όχι λόγω της χρήσης… παραισθησιογόνων μανιταριών και ποτών- αλλά για τις χιλιάδες αναγνώσεις που μπορεί κανείς να του δώσει. Μας το έχουν διηγηθεί δάσκαλοι και γονείς άπειρες φορές, έχουμε συναντήσει περισσότερες από 100 επανεκδόσεις του, ενώ η ιστορία έχει μεταφερθεί αμέτρητες φορές στο θέατρο και τον κινηματογράφο ως ταινία κινουμένων σχεδίων.
Η ιστορία, όμως, της συγγραφής του βιβλίου προκαλεί ενδιαφέρον πριν καν ακόμη ο αναγνώστης χαθεί στις σελίδες της Χώρας των Θαυμάτων . Ο Τσαρλς Λούντβιχ Ντόντγκσον (όπως άλλωστε ήταν και το πραγματικό όνομα του Λιούις Κάρολ) ήταν καθηγητής Μαθηματικών σε κολλέγιο του πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Οιστορίες της Αλίκης λοιπόν επινοήθηκαν από τον ίδιο το καλοκαίρι του 1862 κατά τη διάρκεια μιας βαρκάδας στον ποταμό Τάμεση με τις κόρες του κοσμήτορα του κολεγίου όπου εργαζόταν. Τα τρία κορίτσια επιστρέφοντας από την εκδρομή τους του ζήτησαν να τις διασκεδάσει με κάποιο παραμύθι.Ο κύριος Ντόγκσον διατηρώντας ακόμη στην ψυχή του την αθωότητα της παιδικής ηλικίας δημιούργησε μια αλλόκοτη ιστορία με ανθρωπόμορφα ζώα, ασυνήθιστες λεξιπλασίες, παιδιάστικες απορίες και αστεία μικρά ποιήματα. Η ελευθερία της φαντασίας του ενθουσίασε τα μικρά κορίτσια τα οποία θέλησαν και γραπτώς τις περιπέτειες της Αλίκης. Το ίδιο βράδυ ο Τσαρλς Ντόντγκσον μετέφερε στο χαρτί ό, τι θυμόταν από την αφήγησή του εμπλουτίζοντάς την και προσθέτοντας λεπτομέρειες. Οι Περιπέτειες της Αλίκης εκδόθηκαν τρία χρόνια αργότερα με σκίτσα του Τζον Ντενιελ, ο οποίος είχε εικονογραφήσει και μια έκδοση των μύθων του Αισώπου. Οι πρώτες αντιδράσεις κάθε άλλο από θετικές και ενθαρρυντικές ήταν.


                                      Πρωτότυπο χειρόγραφο του Λιούις Κάρολ (ολόκληρο εδώ)

Οι Times έγραψαν πως «μπορεί να χαρακτηριστεί ένα εξαιρετικό έργο ανοησιών». Οι εξωφρενικές ιστορίες , οι ακατανόητες φιγούρες και το συνονθύλευμα των μυθικών στοιχείων, τα ζώα που συμπεριφέρονταν και μιλούσαν όπως οι άνθρωποι έκαναν τα μικρά παιδιά να λατρέψουν την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, η οποία όμως εξόργιζε τους ενήλικες ακόμη και δεκαετίες αργότερα . Μάλιστα, το 1900 το βιβλίο αφαιρέθηκε από τη διδακτέα ύλη σε γυμνάσιο της Αμερικής, το 1931 απαγορεύτηκε στην επαρχία Χουνάν της Κίνας , ενώ πολλές ακόμη βιβλιοθήκες των Ηνωμένων Πολιτειών ζήτησαν να αποσυρθεί . Τα επιχειρήματα ποίκιλαν.Βασική όμως αιτία ήταν ο μύθος που είχε δημιουργηθεί γύρω από το όνομα του Βρετανού Λιούις Κάρολ περί παιδοφιλίας. Τροφή για σχόλια έδωσαν τόσο το προσωπικό φωτογραφικό του υλικό με ημίγυμνα μικρά κορίτσια, όσο και το τραύλισμά του το οποίο δεν τον έκανε να νιώθει άνετα σε παρέες συνομηλίκων του βρίσκοντας καταφύγιο στην συναναστροφή με μικρά παιδιά-κυρίως κορίτσια.


Έτσι, τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν ήταν η ισότιμη παρουσίαση ανθρώπων και ζώων που δρουν και μιλούν σαν έλλογα όντα, οι σεξουαλικοί υπαινιγμοί, οι υβριστικές λέξεις , κυρίως όμως η παρουσίαση των απαγορευμένων ουσιών σαν απολύτως αποδεκτή και διασκεδαστική εμπειρία. Πράγματι η Αλίκη διαρκώς αλλάζει μεγέθη και μορφές προκειμένου να επιβιώσει. Φυσικά, αυτό συμβαίνει με τη βοήθεια παράξενων ποτών, περίεργων κέικ ή μανιταριών με μαγικές ιδιότητες. Πόσες φορές τυχαίνει να αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας, να διαμορφώσουμε το χαρακτήρα μας ανάλογα με τις περιστάσεις και να προσαρμοστούμε για να επιβιώσουμε. Προσωπικά, νομίζω πως μέσα από την αθωότητα των περιπετειών του Λιούις Κάρολ αναδύεται –άθελά του ή μη- ο πραγματικός κόσμος της ενηλικίωσης. Η ηρωίδα πλήττει και αναζητά μια περιπέτεια. Τα ενδεχόμενα των ερμηνειών που αφήνονται ανοιχτά είναι άπειρα.

Έτσι, τα παιδιά την ακολουθούν με λαχτάρα να γνωρίσουν ένα νέο κόσμο, γεμάτο παιχνίδια, εντυπωσιακές φιγούρες και λουλούδια που μιλούν. Οι ενήλικες θέλουν να βγουν από την ανία τους ,ονειροπολούν και ταξιδεύουν σε τόπους μαγικούς με την ψυχή τους, αναζητώντας συμβολισμούς σε επίπεδο μεταφυσικό και κωδικοποιημένες πληροφορίες σχετικά με την πραγματικότητα. Ταυτίζονται με τα κουνέλια που τρέχουν πιεσμένα από τον χρόνο, επιθυμούν να μετατραπούν σε αόρατους γάτους που κάνουν μαγικά και εύχονται τα μπισκότα και τα μανιτάρια, τα προβλήματα και η δυσφορία να αλλάξουν για λίγο μέγεθος και να μεταμορφωθούν.


Ο συγγραφέας με τη σειρά του καυτηριάζει τον τρόπο ζωής της εποχής του –και κάθε επόμενης εποχής. Ο κόσμος των θαυμάτων και της φαντασίας μεταφέρει την λαχτάρα των ενηλίκων για τόλμη και αλλαγή και συνάμα την αγωνία των παιδιών στον κόσμο που οι μεγάλοι αποφάσισαν να φτιάξουν γι’ αυτούς. Η Αλίκη, εκπροσωπεί την παιδική αφέλεια και περιέργεια και ταυτόχρονα την απογοήτευση της ενηλικίωσης
· κουβαλά ερωτήματα δικά της και κάθε αναγνώστη που με τον δικό του τρόπο τα μεταφράζει. Άλλοι παρακολουθούν στην ιστορία της Αλίκης, σαν να διάβαζαν το πιο ακριβές ιστορικό εγχειρίδιο, την βικτωριανή εποχή να αναδύεται. Κι άλλοι εντοπίζουν στο πρόσωπο της βασίλισσας τον αυταρχισμό του μοναρχικού καθεστώτος και τη βιαιότητα ενσαρκωμένη στη Ντάμα που κόβει τα κεφάλια των υπηκόων της.


Τέτοιου είδους παραμύθια έχουν ευχή και κατάρα να μεταφράζονται ανάλογα με την γλώσσα που η ψυχή μας έχει μάθει να μιλάει. Αναπτύσσονται χιλιάδες αλληγορίες –αν το θέλουμε- και πάντοτε διαφορετικές σε κάθε ηλικία, αφού σε διαφορετικά ερωτήματα ψάχνουμε απαντήσεις σε κάθε δεκαετία της ζωής μας. Ίσως, τη μαγική εκείνη στιγμή που η Αλίκη αποφασίζει να ακολουθήσει τον μεγάλο λευκό λαγό ο κάθε αναγνώστης κάτι κυνηγάει στον ονειρόκοσμό του. Σε συμβολικό επίπεδο, πρόκειται για το πέρασμα ιδιόμορφων καταστάσεων ύστερα από τις οποίες ποτέ πια δεν είσαι ο ίδιος. Όπως και να έχει, επιμένουμε να το κατατάσσουμε στα αριστουργήματα της παιδικής λογοτεχνίας μάλλον γιατί κατά βάθος νοσταλγούμε την επιστροφή μας σε αυτή την ηλικία!




Άρθρο μου στο: frapress.gr