Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

Φοβόμαστε να σκοτώσουμε το παρελθόν και ακόμη περισσότερο να δώσουμε ζωή στο μέλλον

Ίσως πρόκειται για μια κυκλική, επαναλαμβανόμενη και αέναη προσπάθεια να αγγίξουμε την ευτυχία που βιώσαμε στο παρελθόν. Άδικο για τα πρόσωπα που συναναστρεφόμαστε στο παρόν. Ανώφελο για τις χαμένες -εν τέλει- στιγμές που καταπνιγούμε μέσω αυτής της υποσυνείδητης επιχείρησης να πλησιάσουμε τις συναισθηματικές καταστάσεις που γευτήκαμε μιαν άλλη εποχή. Η διαδικασία γίνεται λίγο-πολύ μηχανικά. Δημιουργούμε μικρά ειδώλια επιτυχίας. Τα τοποθετούμε σε κουτάκια και συχνά νιώθουμε την ανάγκη να ανατρέξουμε στο λαβύρινθο των αναμνήσεών μας προκειμένου να τα ανοίξουμε ξανά και σχεδόν υπνωτισμένοι να επαναλάβουμε ο,τι μας υποδεικνύουν. Έτοιμες, προσχεδιασμένες καταστάσεις. Και τελικά...το αντίγραφο αποδεικνύεται υποδεέστερο από το πρωτότυπο. Απογοήτευση. Θλίψη. Τι γίνεται λάθος; Τότε νιώσαμε ευτυχισμένοι. Ο αδυναμία μας να αντιμετωπίσουμε το άγνωστο γυρνάει εναντίον μας... Φοβόμαστε τόσο πολύ να απεγκλωβιστούμε από την φυλακή του παρελθόντος που παρασύρουμε εκεί και τις πιο μοναδικές ευκαιρίες του παρόντος.

Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

"Πόσο βαθιά σέβομαι τους ανθρώπους που ξέρουν να χάνουν
Τους ανθρώπους που γνώρισαν την απώλεια και τόλμησαν να κλάψουν.
Τους ανθρώπους που φοβήθηκαν το κενό και δεν το δημιούργησαν σε άλλους, δεν το πέρασαν αλλού, αλλά το πέρασαν.
Πόσο βαθιά σέβομαι τους ανθρώπους που ξέρουν όμορφα να φεύγουν, πιο όμορφα από το να έρχονται.
Τους ανθρώπους που αρθρώνουν το φύγε πιο καλά από το πάρε με μαζί σου.
Μάταια τα μάτια.
Μάτια που τέμνονται οι τροχιές και λάμπει το κατάμαυρο μέσα στο πιο βαθύ σκοτάδι. Άνθρωποι που έβαλαν νωρίς τους άλλους για να κοιμηθούν κι απόμειναν κρατώντας νύχτες απ΄το χέρι και γκρίζα όνειρα που μπλέχτηκαν σαν τα μαλλιά μες στις σιωπές τους."

Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

"Θυμάμαι παιδί, που έγραψα κάποτε τον πρώτο στίχο... Από τότε ξέρω ότι δεν θα πεθάνω ποτέ, αλλά θα πεθαίνω κάθε μέρα..."

Τ. Λειβαδίτης

Aιώνας εμπορίου

H προσφορά κι η ζήτηση ρυθμίζουνε την κοινωνία
έλεγε ο μεγάλος αδερφός μου Mαρξ. Ένα μικρό, ανήθικο
εμπόριο
κάθε χειρονομία, κάθε λέξη, κι η πιο κρυφή σου σκέψη ακόμα,
μεγάλα λόγια στις γωνιές των δρόμων, οι ρήτορες σαν τους
λαχειοπώλες
διαφημίζοντας όνειρα για μελλοντικές κληρώσεις
τα αισθήματα στο Xρηματιστήριο, στα λογιστικά βιβλία
δούναι και λαβείν, πίστωση, χρέωση,
ισολογισμοί, εκπρόθεσμες συναλλαγματικές, μετοχές,
χρεώγραφα
κι ας κλαίει αυτή η γυναίκα στο δρόμο, τί σημασία έχει;
«ζούμε σε μια μεγάλη εποχή», οι παπαγάλοι δεν κάνουν
ποτέ απεργία
μικροί, ανάπηροι μισθοί αγορασμένοι με νεκρές
περηφάνειες
γνώση αβέβαιη, πληρωμένη μ' όλη τη βέβαιη νιότη σου,
βρέχει νομίσματα, οι άνθρωποι τρέχουν σαν τρελοί να τα
μαζέψουν
νομίσματα όλων των εποχών, ελληνικά, ρωμαϊκά, της Bαβυλώνας,
δολάρια ασημένια
η βροχή είναι πυκνή, ανελέητη, πολλοί σκοτώνονται
πλανόδιοι έμποροι αγοράζουνε τα πτώματα ― θα χρειαστούν
μεθαύριο
σαν ανεξόφλητες αποδείξεις της «μεγάλης μας εποχής»,
κι αυτούς τους λίγους στίχους χρειάστηκε ένα ολόκληρο
θησαυροφυλάκιο πόνου, για να τους αποσπάσω
απ' τη φιλάργυρη αιωνιότητα, σαν τοκογλύφοι οι μέρες μας
μάς κλέβουν τη ζωή, τί ζέστη, θε μου, κι όμως βρέχει,
τί καιρός, μα δε θα μου τη σκάσετε εμένα, κύριοι,
είμαι ιδιοφυία στο είδος σας, πίστωση, χρέωση,
ο Pοκφέλλερ άρχισε
πουλώντας καρφίτσες. Θα χτίσω, λοιπόν, κι εγώ ένα μεγάλο
προστατευτικό σπίτι
με τις πέτρες που μου ρίξατε
σ' όλη τη ζωή μου...
Τάσος Λειβαδίτης , από τη συλλογή "Ποίηση"